Ο υποσιτισμός των εφήβων

Σήμερα , θα ήθελα να σας ‘σκουντήξω’ σχετικά με ένα θέμα που είναι σιωπηλό, αλλά σοβαρό. Τον υποσιτισμό των εφήβων.

Διευκρινίζω ότι δεν αναφέρομαι στις διατροφικές διαταραχές όπως την ψυχογενή βουλιμία ή τη νευρική ανορεξία, που είναι άλλα ιατρικά κεφάλαια, αλλά στο κατά πόσο οι έφηβοι μιας χώρας που θεωρητικά ‘δεν πεινάει’ σιτίζονται επαρκώς, και γιατί αυτή η ερώτηση πρέπει να μας απασχολεί.

Αναφέρομαι στους εφήβους που δεν λαμβάνουν από τη διατροφή την απαραίτητη ποσότητα αλλά ΚΑΙ ποιότητα των θερμίδων και θρεπτικών συστατικών σε ημερήσια βάση.

‘Έχουμε λοιπόν τους εφήβους, τυπικά μεταξύ 14-18 ετών, και κάπου εκεί αρχίζουμε να τους ‘χάνουμε’ καθώς αυτοί απογαλακτίζονται οριστικά από μας. Μετά την στενή παρακολούθησή τους κατά την παιδική ηλικία χαλαρώνουμε κάπως όσον αφορά τη σωματική υγεία και επικεντρωνόμαστε στις ψυχολογικές τους ανάγκες και τις συναισθηματικές τους μεταπτώσεις.

Ωστόσο, μόλις ο ένας στους πέντε εφήβους λαμβάνει επαρκείς ποσότητες σιδήρου σε ημερήσια βάση, ενώ μόνο ένας στους έξι ή επτά λαμβάνει αρκετό ασβέστιο από την τροφή. Αναφέρω αυτά τα παραδείγματα επειδή ο σίδηρος και το ασβέστιο είναι οικεία διατροφικά συστατικά. Όμως στην εφηβεία, μαζί με την ολοκλήρωση της αλματώδους ανάπτυξης του οργανισμού που έχει προηγηθεί, θεμελιώνεται και η μελλοντική υγεία διότι πολλά δεδομένα των ιστών ‘οριστικοποιούνται ΄σε εκείνη τη χρονική περίοδο. Για να γίνω πιο κατανοητή, η μέγιστη οστική μάζα που έχει σχέση με το συνολικό ασβέστιο του σκελετού, διαμορφώνεται στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία. Οποιαδήποτε πρόσληψη ασβεστίου από εκεί και πέρα, μόνο συντηρεί το σκελετό και δε μπορεί να αυξήσει τη σκληρότητα των οστών. Η εφηβεία λοιπόν είναι η χρονική ευκαιρία του οργανισμού για να χτίσει τα καλύτερα οστά που μπορεί, γι αυτό η πρόσληψη ασβεστίου είναι πιο σημαντική τότε παρά σε οποιαδήποτε άλλη ηλικία.

Εμπόδια στην καλή πρόθεση του γονιού να προσφέρει το καλύτερο που μπορεί για το ανήλικο ακόμη παιδί του, είναι πρώτον η έλλειψη συστηματικής εκπαίδευσης και ενημέρωσης και προγραμμάτων της δημόσιας υγείας (πώς θα ήταν άραγε αν υπήρχε υποχρεωτική μέτρηση φερριτίνης σε ετήσια βάση, όπως υπάρχει ο αναμνηστικός εμβολιασμός;)* Δεύτερον, ο αποπροσανατολισμός του εφήβου, ο οποίος όχι μόνο δεν εκπαιδεύεται στο σχολείο αλλά ευάλωτος όπως είναι στις επιδράσεις του περιβάλλοντος, εκτονώνει την εφηβική του ορμή σε διατροφικές ακρότητες όπως η πλήρης κατάργηση τροφών από το διαιτολόγιο, σαν την αυστηρή φυτοφαγία.

Η στρατηγική της καλής υγείας λέει οτι ‘χτίζω μια βέλτιστη αρχική κατάσταση και από αυτή συντηρώ μια καλή υγεία του μέλλοντος’. Όχι το αντίστροφο, δηλαδή ‘βάζω μέτριας ποιότητας θεμέλια και κάνω αργότερα το καλύτερο που μπορώ’, γιατί απλά δεν γίνεται έτσι.

Εφόσον η φροντίδα της διατροφικής υγείας των εφήβων ανατίθεται στο ατομικό επίπεδο, είναι χρήσιμο οι έφηβοι να υποβάλλονται σε διατροφική αξιολόγηση μια φορά το χρόνο και σε διατροφική συμβουλευτική σχετικά με το πόσο και τι να τρώνε, και γιατί πρέπει να το κάνουν αυτό. Οι καιροί ευνοούν, γιατί τα παιδιά γενικά είναι έξυπνα και ενδιαφέρονται για την υγεία τους. Η δική μας βοήθεια (γονιών και γιατρών) είναι να τα επηρεάσουμε θετικά και να διασφαλίσουμε ότι πράγματι παίρνουν το καλύτερο που μπορούν.

*Η φερριτίνη είναι ένας δείκτης που δείχνει την έλλειψη σιδήρου από τον οργανισμό

Μαρία Χριστοπούλου, MD, MSc, MBA

Παθολόγος-Εντατικολόγος, Medical Advisor Pharmaserve-Lilly