Η κουρκουμίνη ανήκει στις πολυφαινόλες και μπορεί χωρίς υπερβολή να χαρακτηριστεί σαν ένα
χρυσό διατροφικό συστατικό με θεραπευτικές επιδράσεις. ‘Έχει μακρά ιστορία 200 και πλέον χρόνων, όταν πρωτοαπομονώθηκε από το Ινδικό φυτό Indian spice Turmeric (Curcuma longa), και μελετάται ως προς τις φαρμακευτικές επιδράσεις του πάνω από πενήντα χρόνια.
Γι αυτό, διαθέτει σήμερα μια εκτεταμένη βάση δεδομένων όπου έχει επιβεβαιωθεί ότι οι επιδράσεις στην υγεία είναι πολλαπλές και ευεργετικές. Συμπεριλαμβάνονται οι αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις και αντιαυξητικές ιδιότητές του. Οι επιδράσεις αυτές ήταν γνωστές από εργαστηριακά πειράματα σε κυτταρικές σειρές και στη συνέχεια επιβεβαιώθηκαν και σε ανθρώπους σε τουλάχιστον 120 μελέτες που έχουν συμπεριλάβει πάνω από 6000 συμμετέχοντες.
Ο λόγος για τις επιδράσεις αυτές είναι η χημική δομή του μορίου της κουρκουμίνης που της δίνει τη δυνατότητα να αλληλεπιδοράσει με βιολογικά μόρια τα οποία είναι καταλυτικά για φαινόμενα όπως η φλεγμονή, το οξειδωτικό στρες και ο καρκινικός πολλαπλασιασμός. Ιδιαίτεροι στόχοι της κουρκουμίνης είναι ένζυμα που φέρουν σε πέρας τις λεγόμενες επιγενετικές αλλαγές, δηλαδή αλλαγές στην έκφραση του DNA μας χωρίς να αλλάζουν το μόριό του.
Γι αυτό η κουρκουμίνη έχει μελετηθεί εκτενώς σε πλήθος συμπαγών όγκων, στη λευχαιμία, σε φλεγμονώδεις παθήσεις, σε αρθρίτιδες, στο σακχαρώδη διαβήτη, στην κατάθλιψη και σε δερματικές παθήσεις. Αν και τα αποτελέσματα ήταν θετικά ως προς τη βελτίωση συμπτωμάτων σε άτομα που ήδη νοσούν, ωστόσο λείπουν δεδομένα για την πρόληψη των παθήσεων αυτών σε μακροχρόνια προοπτική. Μια ιδιαίτερη ιδιότητα είναι η συνέργεια που παρουσιάζει η κουρκουμίνη με άλλα βότανα ή φάρμακα , όπως τα χημειοθεραπευτικά, καθώς και η δυνατότητα να βελτιώνει τις ανεπιθύμητες ενέργειες άλλων φαρμάκων.
Κάποια τεχνικά θέματα έχουν επιδράσει περιοριστικά στη χρήση της κουρκουμινης, όπως η πολύ χαμηλή διαλυτότητα της ουσίας στο νερό (άρα και στην κυκλοφορία του αίματος) και η περιορισμένη διάθεσιμότητά του στον οργανισμό μετά την πρόσληψή της. Αυτά τα προβλήματα έχουν αντιμετωπιστεί με την τοποθέτηση της ουσίας μέσα σε έκδοχα που παρακάμπτουν αυτά τα εμπόδια, καθώς και τη δημιουργία συνθετικών ευδιάλυτων μορίων στο εργαστήριο που διατηρούν την ίδια δραστικότητα.
Η ημερήσια δοσολογία είναι περίπου 3 mg για κάθε κιλό σωματικού βάρους. Αν και η κουρκουμίνη είναι γενικά ασφαλής και πολύ μεγαλύτερη δόση έχει χορηγηθεί στις μελέτες χωρίς τοξικά επακόλουθα, σε κάθε περίπτωση συμβουλευτείτε το γιατρό σας εάν λαμβάνετε άλλα φάρμακα προκειμένου να εξεταστούν πιθανές αλληλεπιδράσεις. Μπορείτε επίσης να απολαύσετε συνταγές με κουρκουμά, υπολογίζοντας ότι αν μια συνταγή για 4-6 μερίδες θέλει μισή κουταλιά της σούπας , μιλάμε για 6000-7000 mg που κατανέμονται στις μερίδες.